Ernest Hemingway
Στην εποχή μας και Μια κινητή γιορτή
O Ernest Hemingway έχει την διάκριση του πιο επιτυχημένου συγγραφέα του φετινού προγράμματος, και μάλλον και του πρώτου αλλά και του δεύτερου. Συνεχίζει να διαβάζεται όχι μόνο από τους κριτικούς, τους ιστορικούς της λογοτεχνίας, τους συγγραφείς, και όχι μόνο στις αίθουσες των πανεπιστημίων και των σχολείων, αλλά και από το απλό, μέσο αναγνωστικό κοινό. Παραμένει πάντως πολύ αγαπημένος των καλλιτεχνών και των δημιουργών, αφού συνεχώς εκδίδονται βιογραφίες και μελέτες που τον αφορούν, βιβλία που εξετάζουν πολύ συγκεκριμένες πτυχές της ζωής του, γάμους, φιλίες, περιστατικά, νοσηλείες, επεισόδια – εκτός δηλαδή από τις κριτικές μελέτες και τις αναλύσεις… επίσης, είναι διαχρονικό έναυσμα για πολλές ταινίες, τόσο μυθοπλασίας όσο και ντοκιμαντέρ.
Κατά κάποιον τρόπο, παραμένει μια αγαπημένη εμμονή της ανθρωπότητας, και όχι μόνο της πατρίδας του, των Η.Π.Α. Ανήκει στους τρεις τέσσερις συγγραφείς που το όνομά τους ξεπηδά στο μυαλό μας όταν ακούμε την λέξη «συγγραφέας», ταυτόχρονα όμως δέχτηκε και πολύ αρνητικές κριτικές, που θα μπορούσαν να απειλήσουν την διαχρονικότητά του. Είχε ουσιαστική και καθοριστική επιρροή στην μετέπειτα εξέλιξη της λογοτεχνίας (μάλιστα αυτή ήταν η βασική αιτιολόγηση της βράβευσης του με Nobel), ταυτόχρονα υπήρξε και από τις πρώτες, αν όχι η πρώτη μεγάλη συγγραφική διασημότητα, με την πιο τρέχουσα, ποπ, έννοια: τα διαζύγιά του, η νοητική και ψυχική του κατάσταση, οι καυγάδες του, τα σπίτια του, απασχολούσαν και συνεχίζουν να απασχολούν το κοινό. Είναι αποδεδειγμένα ρηξικέλευθος, και λογοτεχνικά αλλά και συγγραφικά, από την άλλη χρωστά πολλά σε προγενέστερους αφηγητές που δεν αναγνωρίστηκαν εξίσου αν και εφάρμοσαν πρώτοι ορισμένες από τις καινοτομίες που έχουμε συνδέσει με το όνομά του.
Αυτή του η ισορροπία δια των αντιθέτων είναι που τον κάνει και βαθύτατα Αμερικανό. Πότης, γλεντζές, διαταραγμένος, ελλαττωματικός, αλλά και αφοσιωμένος, εργατικός, παθιασμένος. Μεγαλόπνοος αλλά και μίζερος, καυγατζής. Πραγματικός λογοτέχνης αλλά και pop διασημότητα. Βαθιά Αμερικανός αλλά και αυθεντικός κοσμοπολίτης. Ακραία φιλόδοξος και καλός έμπορος της δουλειάς του, αλλά και πολύ τίμιος – είχε βάλει από μικρός στόχο να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς όλων των εποχών, και στρώθηκε στην δουλειά, αφιέρωσε τον χρόνο και την ενέργεια και το πάθος ώστε να το καταφέρει. Διαφήμιζε ουίσκι, ήταν μισογύνης και ρατσιστής κατά πολλούς, κυνηγούσε και σκότωνε ζώα, αλλά είχε και μια σπάνια ευαισθησία στην καταγραφή του ψυχικού τοπίου του ανθρώπου στον εικοστό αιώνα… όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε ένας σύγχρονος δημοσιογράφος, πραγματικά πρόκειται για τον Ιανό της Αμερικανικής λογοτεχνίας.
Φυσικά, για την φήμη και την επιτυχία του, υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες και περιστάσεις, που τον ευνόησαν να αποκτήσει αυτήν τη θέση στο λογοτεχνικό στερέωμα - δίχως αυτό να μειώνει το επίτευγμα του. Γεννήθηκε σε μια εποχή που οι συγγραφείς ήταν ακόμη «λαϊκά είδωλα», που τα βιβλία ήταν η μοναδική σχεδόν διασκέδαση – αργότερα ήρθε το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, και τελικά η τηλεόραση. Η γραφή δεν ήταν μια από τις πολλές διαφορετικές επιλογές ψυχαγωγίας στην διάθεση του κοινού, που είχε αρχίσει να έχει ελεύθερο χρόνο - ήταν η βασική. Έτσι συγγραφείς γίνονταν πολυεκατομμυριούχοι από τα βιβλία τους, η ζωή τους ενδιέφερε πολύ το κοινό, ήταν κανονικές διασημότητες. Αυτό επισημαίνουμε εκτός από ενδιαφέρον πολιτισμικά, ήταν και λογοτεχνικά πολύ σημαντικό – σε αυτές τις συνθήκες, όταν κυκλοφορούσε το νέο του μυθιστόρημα ο Χέμινγουεϊ ή ο Τζακ Λόντον, προσέλκυε ακόμη περισσότερο και την προσοχή των κριτικών, των πανεπιστημιακών. Έτσι δημιουργείτο ένα σώμα μελέτης ενός έργου, που κατά κάποιο τρόπο ήταν ακόμη μια γέφυρα προς την ανάγνωση, λειτουργούσε ως μέσο διάδοσης και διαφήμισής του.
Ο Hemingway γεννήθηκε σε ένα προάστιο ευκατάστατων του Σικάγο στο τέλος του αιώνα, το 1899. Θα αναφερθούμε στην ζωή του όχι γραμμικά, αλλά μέσω κάποιων πολύ χαρακτηριστικών επεισοδίων, που δίνουν ισχυρές ενδείξεις τόσο για τον άνθρωπο, όσο και για τον συγγραφέα:
Πληροφορία πρώτη:
Μέχρι περίπου την ηλικία των πέντε, η μαμά Hemingway μεγάλωνε τον Ernest και την αδελφή του, που ήταν δυο χρόνια μεγαλύτερη, σαν δίδυμα. Τα έντυνε με τα ίδια ρούχα, τους είχε ολόιδιο κούρεμα, και έπαιζαν κατά περιόδους πότε με παιδικά σερβίτσια και πότε με όπλα - παιγνίδια. Θα μπορούσαμε να πούμε πως το μεγάλωμά του ήταν αρκετά «ρευστό», όσον αφορά το φύλο – κάτι βέβαια που δεν γίνεται να μην συσχετίσουμε με την εμμονή του να «βροντοφωνάζει» την αρρενωπότητά του, με όλους τους συνειδητούς και μη τρόπους: από την ενασχόλησή του με το κυνήγι, το ψάρεμα, το μποξ και τις ταυρομαχίες, μέχρι τους τέσσερίς του γάμους και την απόφασή του κάποια στιγμή να υιοθετήσει (ο ίδιος, για τον εαυτό του!) το παρατσούκλι “Papa Hemingway” με το οποίο υπέγραφε τα γράμματά του. Σήμερα έτσι τον αποκαλούν όσοι θέλουν να τον αμφισβητήσουν.
Δεύτερη πληροφορία:
Ο πατέρας Hemingway ήταν χειρουργός, εξαιρετικά ασταθής ψυχολογικά. Είχε φοβερή αγωνία πως κάτι θα πήγαινε λάθος, πριν από κάθε χειρουργείο του. Ήταν πολύ γοητευτικός άντρας. Τελικά, πραγματοποίησε τις απειλές του ότι θα αυτοκτονήσει, όταν ο Ernest ήταν 29 ετών. Η υποτιθέμενη αιτία της αυτοχειρίας ήταν ότι έπασχε από ζαχαρώδη διαβήτη και ότι είχε χάσει κάποια χρήματα σε κτηματομεσιτικές επενδύσεις.
Ο συγγραφέας στην αρχή φαίνεται πως τον κατηγορούσε για την δειλία του, αργότερα όμως άρχισε να ρίχνει τις ευθύνες στην μητέρα του, η οποία πρέπει να ήταν πολύ αποφασιστική και δυναμική γυναίκα. (Ο ίδιος την έχει αποκαλέσει σε κάποιο γράμμα American bitch).
O Ernest έλεγε πως ποτέ δεν θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοιο τραύμα στους ανθρώπους του, στους αγαπημένους του, αλλά τελικά έτσι ακριβώς τελείωσε την ζωή του…. και δυστυχώς, ακόμη δύο αδέλφια του υπήρξαν αυτόχειρες. Μεταξύ αυτών και εκείνος που βρήκε ετοιμοθάνατο τον μπαμπά – σε ηλικία 13 ετών. Και βέβαια, αρκετά χρόνια μετά, το 1996 αυτοκτόνησε και η απόγονός του συγγραφέα, η εγγονή του Margot Hemingway.
Η μαμά, τραγουδίστρια όπερας, είναι εκείνη που τον έκανε καλλιτέχνη – εκτός από το γράψιμο ο Έρνεστ αγαπούσε και την μουσική, έπαιζε τσέλο. Ο μπαμπάς του μετέδωσε την αγάπη για την φύση, με έναν μεγάλο αστερίσκο: τι αγάπη είναι αυτή που εκδηλώνεται με το να θανατώνεις ζώα και ψάρια, αναρωτιούνται πολλοί. Επίσης του πέρασε ίσως και την για πολλούς εμφανέστατη και εξαιρετικά ενοχλητική φοβία που έμοιαζε να έχει προς τις γυναίκες. Υπάρχει μια ερμηνεία των διάσημων εκδρομών που έκαναν οι δυο τους στην ύπαιθρο, που λέει ότι βασικό κίνητρο ήταν να ξεφύγουν από την δεσποτική μαμά.
Τρίτη πληροφορία:
Τελειώνει το σχολείο και ξεκινά να δουλεύει ως μαθητευόμενος δημοσιογράφος, στην εφημερίδα Kansas City Star, όπου εργάστηκε από το 1917 μέχρι το 1918. Αργότερα θα πει ότι εκεί έμαθε του καλύτερους κανόνες για την συγγραφική δουλειά. Η εφημερίδα είχε ένα stylebook που έπρεπε να το διαβάζουν όλοι οι δημοσιογράφοι για να γράφουν παρόμοια και «καλά». Μερικοί από τους κανόνες αυτούς είναι:
Ωστόσο, η πιο διάσημη συγγραφική συμβουλή του Ernest, είναι η περιβόητη αρχή του παγόβουνου. Προέκυψε σε μια απάντηση σε μια συνέντευξη που έδωσε το 1958 στο Paris Review: If it is any use to know it, I always try to write on the principle of the iceberg. There is seven-eighths of it underwater for every part that shows. Anything you know you can eliminated and it only strengthens your iceberg. It is the part that doesn’t show. If a writer omits something because he does not know it then there is a hole in the story….
Αυτή η συμβουλή είναι και σημαντικό κλειδί της απόλαυσης, αλλά και της ερμηνείας του κατά γενική ομολογία σημαντικότερου του έργου, των διηγημάτων. Για κάθε τι που λέει ένας ήρωάς του, υπάρχουν εφτά φορές πράγματα που δεν τα λέει. Επίσης, θα προτείναμε την θεωρία πως ίσως είναι και ένα πρίσμα για να δούμε την παράξενη ζωή του.
Και έτσι φτάνουμε στην κατά την άποψή μας καλύτερή του συμβουλή: Αφορά τους λεγόμενους χαρακτήρες στη μυθοπλασία, που είναι λάθος λέξη – διότι ο Ernest λέει: When writing a novel a writer should create living people; people not characters. A character is a caricature.
Τέταρτη πληροφορία:
Η σχέση με τον Σέργουντ Άντερσον. Όταν ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε στις ΗΠΑ μετά από την Ιταλία (όπου υπηρέτησε ως τραυματιοφορέας και τραυματίστηκε και με βάση τις εμπειρίες του εκεί έγραψε το μυθιστόρημα Αποχαιρετισμός στα Όπλα), πήγε στο Σικάγο. Εκεί ο Anderson ήταν μέλος μιας παρέας συγγραφέων με όνομα the Chicago Renaissance. Ο Καταξιωμένος διάβασε τα κείμενα του Νέου, διαπίστωσε την δυναμική του, και τον συμβούλευσε να πάει στο Παρίσι, όπου ο ίδιος είχε πολλούς φίλους, και πίστευε πως θα μπορούσε να ζει με λίγα χρήματα και να εξασκείται στην τέχνη του. Μάλιστα, του έδωσε και συστατικές επιστολές για να γνωριστεί με τον Ezra Pound και την Gertrude Stein. Ο Χέμινγουεϊ ακολούθησε την συμβουλή, πήγε, μαζί με την πρώτη του γυναίκα, και μπήκε στα φιλολογικά σαλόνια της Stein. Εκεί γνωρίστηκε με τον Fitzgerald, και πολλούς ακόμα, οι οποίοι τον επηρέασαν βαθιά με τα σχόλια και τις παρατηρήσεις τους για τις ιστορίες που σιγά σιγά έγραφε και τους έδειχνε. Ταυτόχρονα δημοσιογραφούσε – κάλυψε την μικρασιατική καταστροφή και άλλα σημαντικά γεγονότα.
Το 1925 τελειώνει τον κύκλο διηγημάτων Στην εποχή μας. Ο Anderson του βρίσκει εκδότη. Στον εκδοτικό που θα κυκλοφορήσει το δικό του νέο μυθιστόρημα, το Dark Laughter (Μαύρο γέλιο) – κατά κάποιον τρόπο επέβαλε τον νεαρό, και μάλιστα το έκανε με πολλή προθυμία, πράγμα που ο Ernest το αναγνωρίζει. Επίσης, αναγνωρίζει και ότι έχει κάπως επηρεαστεί από το καλό βιβλίο του προστάτη του το Γουάινσμπεργκ Οχάιο. Το βιβλίο βγαίνει, όμως ο Ernest πολύ γρήγορα άρχισε να έχει πολλά παράπονα με τον εκδοτικό οίκο – έλεγε ότι έκαναν αναιμική προώθηση της συλλογής του. Και σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να τους δώσει το εξαιρετικό μυθιστόρημα που έγραφε, με βάση τις εμπειρίες του στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, το οποίο θεωρούσε ότι άξιζε να προωθηθεί πολύ καλά.
Ο στενός του φίλος εκείνη την εποχή στο Παρίσι, ο F. S. Fitzgerald, ο οποίος έβγαζε τα βιβλία του σε μεγάλο, έγκυρο εκδοτικό, τον σπουδαίο Simon & Schuster, και είχε και έναν εξαιρετικό επιμελητή, του είπε ότι έπρεπε να το δώσει σε αυτούς. Υπήρχε όμως ένα συμβόλαιο στην μέση… οπότε ο Ernest, μαζί με τον Fitzgerald καταστρώνουν ένα σχέδιο: Να γράψει ένα μυθιστόρημα που για κάποιον λόγο να είναι αδύνατον να το εκδώσει ο εκδοτικός του, ώστε έτσι να μπορέσει να σπάσει το συμβόλαιο.
Πράγματι μέσα σε δέκα μέρες γράφει μια νουβέλα 28 χιλιάδων λέξεων, The Torrents of Spring, στο οποίο σατυρίζει ανελέητα τον μέντορά του αλλά και το μυθιστόρημα που υπήρξε αφορμή να κάνει την πρώτη του έκδοση. Φυσικά ο εκδοτικός οίκος αρνήθηκε να το εκδόσει, και έτσι, ο Hemingway ήταν ελεύθερος να πάει σε άλλο οίκο. Εξ ου και το 1926 κυκλοφορούν δύο βιβλία του, το σατυρικό - που τον απάλλαξε από την δέσμευση, και το Αποχαιρετισμός Στα Όπλα.
Η ειρωνεία είναι ότι αυτό το μυθιστόρημα του Anderson είναι και το μοναδικό που έγινε best seller. Παρά την κακή άποψη του Χέμινγουεϊ. Το περιστατικό δείχνει δύο χαρακτηριστικά του νεαρού Ernest. Ήταν αποφασισμένος να πετύχει, να κάνει το παν, να μην σταματήσει πουθενά– και ήταν δυστυχώς πολύ επιρρεπής στο να μην διστάζει να διαλύει τις σημαντικές του σχέσεις. Τι να έγινε μεταξύ εκείνου και του μέντορά του; Ίσως να ξέρουμε μόνο το ένα από τα οκτώ… Πάντως και με την Γερτρούδη Στάιν, που βάφτισε έναν γιο του, αλλά και με τον Fitzgerald, ήρθαν αργότερα σε ρήξη. Μάλιστα ένας βιογράφος του είπε ότι ο Έρνστ δεν μπορούσε να συγχωρέσει στον Σκοτ πόσο με τις παρεμβάσεις του βελτίωσε τον Αποχαιρετισμό στα Όπλα.
Όσο για τον Άντερσον, συνέχισε να ενθαρρύνει νέους συγγραφείς – μεταξύ αυτών βοήθησε καίρια έναν άλλο γίγαντα της Αμερικανικής Λογοτεχνίας, τον Φώκνερ.
Πέμπτη πληροφορία:
Πάμε λίγο πίσω, στο 1922, όπου ο Hemingway ζει με την σύζυγό του στο Παρίσι, εργάζεται ως δημοσιογράφος, και προσπαθεί να καταφέρει να βρει εκδότη για τα διηγήματά του.
Του αναθέτουν να καλύψει μια ειρηνευτική συνδιάσκεψη (στον απόηχο του Ά Παγκοσμίου Πολέμου) και φεύγει για την Λοζάνη. Επειδή θα έμενε κάμποσες μέρες καλεί την πρώτη του σύζυγο, την Χάντλεϊ, για να περάσουν μερικές μέρες, να κάνουν σκι.
Εκείνη αποφασίζει να του κάνει έκπληξη, να πάρει μαζί μια βαλίτσα με όλες τις ιστορίες που είχε γράψει και συνέχιζε να επεξεργάζεται εκείνος. Μάλιστα, βάζει μέσα όχι μόνο τα χειρόγραφα αλλά και τα δακτυλόγραφα, μαζί με τα αντίγραφά τους. Με λίγα λόγια, παίρνει όλο το έργο του.
Στον Σταθμό Λυών στο Παρίσι η Χάντλεϊ αφήνει για λίγα λεπτά την βαλίτσα από τα μάτια της και κάποιος την κλέβει. Δεν ξαναβρίσκεται ποτέ. Μόνο δύο διηγήματα σώθηκαν, ένα που είχε στείλει για δημοσίευση, και κάποιο που η Στέιν του είχε πει ότι δεν ήταν άξιο δημοσίευσης.
Του πήρε πολλούς μήνες να συνέλθει από το χτύπημα, αλλά, τα κατάφερε...
Ο Hemingway γράφει για αυτά στην συλλογή κειμένων του η Κινητή Γιορτή, στην ιστορία με τίτλο Η πείνα – μια καλή άσκηση πειθαρχίας.
Έκτη πληροφορία:
Ο Χέμινγουεϊ ξέφυγε αρκετές φορές από τον θάνατο. Η πρώτη είναι κατά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ως νοσηλευτής μια νάρκη του προκάλεσε σοβαρό τραυματισμό και στα δύο του πόδια.
Η άλλη ήταν το 1954, όταν έπεσε το αεροπλάνο στο οποίο επέβαινε μαζί με την γυναίκα του σε ένα ταξίδι στην Αφρική– την επόμενη μέρα, καθ’ οδόν προς τον πολιτισμό για να τους εξετάσει γιατρός, ξανά το αεροπλανάκι τους εξερράγη κατά την απογείωση. Ήταν πιο σοβαρός ο τραυματισμός του αυτή τη φορά. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις πως οι δύο αυτοί τραυματισμοί επιδείνωσαν τις ψυχικές του διαταραχές. Και ίσως να οδήγησαν στην αυτοκτονία του τελικά, 7 χρόνια αργότερα. Πάντως σίγουρα ήταν η αιτία που δεν παραβρέθηκε στην βράβευσή του με το βραβείο Νόμπελ.
Η ομιλία του (που διαβάστηκε από τον Αμερικανό πρέσβη, στην τελετή απονομής) είναι πολύ ενδεικτική των αρχών του, της συγγραφικής του ταυτότητας αλλά και των συγκρούσεών του… αλλά πάντα όσον αφορά τον Hemingway έχουμε κατά νου ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο που ήθελε να έχει απόλυτο έλεγχο της εικόνας του.
Things may not be immediately discernible in what a man writes, and in this sometimes he is fortunate; but eventually they are quite clear and by these and the degree of alchemy that he possesses he will endure or be forgotten.
Writing, at its best, is a lonely life. Organizations for writers palliate the writer’s loneliness but I doubt if they improve his writing. He grows in public stature as he sheds his loneliness and often his work deteriorates. For he does his work alone and if he is a good enough writer he must face eternity, or the lack of it, each day.
For a true writer each book should be a new beginning where he tries again for something that is beyond attainment. He should always try for something that has never been done or that others have tried and failed. Then sometimes, with great luck, he will succeed.
How simple the writing of literature would be if it were only necessary to write in another way what has been well written. It is because we have had such great writers in the past that a writer is driven far out past where he can go, out to where no one can help him.
I have spoken too long for a writer. A writer should write what he has to say and not speak it. Again I thank you.
Έβδομή πληροφορία:
Τα μυθιστορήματά του όσο περνά ο καιρός όλο και περισσότερο αμφισβητούνται. Λένε ότι… «τα θέματα του είναι άσχετα με όσα μας αφορούν σήμερα (ποιο σήμερα, όμως;) ότι είναι ο πιο χαρακτηριστικός συγγραφέας μιας κατηγορίας που σε μια πολυπολιτισμική εποχή ίσως και να μην έχει να μας πει πλέον κάτι – γιατί τα μέλη της, (νεκροί, λευκοί, άντρες), έχουν μιλήσει πάρα πολύ, ομολογουμένως, και ότι αυτή η αρρενωπότητα που κραυγάζει, στην πραγματικότητα κρύβει κάποιου είδους δειλία να αποδεχτεί πραγματικά τον εαυτό του».
Επίσης, υπάρχει μεγάλη επίκριση και της γλώσσας του, στα μυθιστορήματα. Θυμίζει λίγο τι γίνεται με τον Καζαντζάκη μας. Λένε ότι είναι πομπώδης, μελοδραματικός, ότι τα μυθιστορήματά του είναι προσποιητά και στημένα. Ακόμα και για το Γέρος και η Θάλασσα, λένε ότι το ύφος, αυτό το «βιβλικό», το πομπώδες, το πολύ φορτωμένο και μεγαλεπήβολο είναι εν πολλοίς ξεσηκωμένο από την τότε εξαιρετικά επιτυχημένη (και επίσης Νομπελίστρια, σήμερα όχι ιδιαίτερα αναγνωρισμένη) Περλ Μπακ.
Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να μειώνει ούτε την εμμονή μαζί του, ούτε και την λογοτεχνική του αξία. Αντίθετα, ίσως να μας βοηθά να συγκεντρωθούμε στην πραγματική του συνεισφορά… υπάρχει μια ομοφωνία εδώ, σε σχέση με το που βρίσκεται αυτή – είναι στα διηγήματά του. Το λένε όλοι, πως είναι διαχρονικά, σπουδαία, απολαυστικά αλλά και προκλητικά, είτε είσαι αναγνώστης είτε είσαι συγγραφέας. Αυτά είναι που τον τοποθετούν δίπλα στον Τζόις, τον Κάφκα, τον Φώκνερ. Ταυτόχρονα όμως, διαβάζονται λιγότερο - επειδή έτσι είναι τα διηγήματα, λιγότερο εμπορικά. Αλλά, δεν ξεχνάμε, ο Hemingway χαρακτηριζόταν και συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από παράξενες συγκρούσεις.
Λίγα λόγια - επισημάνσεις για την συλλογή Στην Εποχή μας.
Η πρώτη του συλλογή, το βιβλίο με το οποίο έκανε θριαμβευτική είσοδο, γράφτηκε μετά την απώλεια των ιστοριών που έγραφε μέχρι τότε.
Η εποχή του τίτλου, είναι τα χρόνια αμέσως πριν, κατά την διάρκεια και αμέσως μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Βασικός χαρακτήρας του βιβλίου είναι ο Nick Adams - αφηγηματική σύμβαση είναι πως ακόμη και οι ιστορίες στις οποίες δεν έχει συμμετοχή και δεν είναι άμεσος μάρτυρας, τον αφορούν επειδή συμβαίνουν στην εποχή του.
Υπάρχουν δύο ειδών "κείμενα" στην συλλογή - τα δεκαπέντε κλασικά διηγήματα, κάποια από τα οποία αφορούν τον Nick, που εναλλάσσονται με δεκαέξι πολύ πολύ σύντομα, μέγεθος παραγράφου, βινιέτες θα τα λέγαμε, που περιγράφουν σκηνές και περιστατικά από τον μεγάλο πόλεμο και από σημαντικά σχετικά ιστορικά γεγονότα.
Τα κλασικά διηγήματα είναι ο ιδεαλισμός, η κανονική ζωή, οι αξίες της προσωπικής, οικογενειακής ζωής, αυτά με τα οποία μεγάλωναν άνθρωποι σαν τον Nick - οι βινιέτες είναι ο πόλεμος, η φρίκη του, η διάψευση του ιδεαλισμού, μια νέα ζωή, που δεν έχει ανθρώπινο μέγεθος... είναι η νέα τρομερή πραγματικότητα που έφερε ο μεγαλύτερος πόλεμος που γνώρισε ποτέ η Γη.
Ίσως η πιο σημαντική αντίθεση ανάμεσα στα διηγήματα και τις βινιέτες να είναι ότι οι δεύτερες είναι πολιτικές, δημόσιες, γεμάτες βία - ενώ τα πρώτα έχουν ως κόσμο το προσωπικό, το οικογενειακό, τις εντάσεις των διαπροσωπικών σχέσεων, στις οποίες η φύση και η αγνή αντρική φιλία αποτελούν αντίδοτο.
Πολύ χαρακτηριστικό των συγγραφικών προθέσεων είναι βέβαια το γεγονός πως οι βινιέτες ονομάζονται στο βιβλίο.... Κεφάλαια.
Το στιλ της γραφής είναι πολύ λιτό, οριακά δημοσιογραφικό - χαρακτηρίζεται από ακρίβεια, λακωνικότητα, έλλειψη λυρισμών και λογοτεχνικών τερτιπιών, ρεαλισμό. Όπως ο Σεζάν συνειδητά αφαιρούσε από τα έργα του γραμμές και χρώματα και άλλους δείκτες για να δει πόσο αφαιρετικός μπορούσε να είναι αλλά να δημιουργεί μια απεικόνιση, έτσι και ο Ernest, που θαύμαζε τον Γάλλο ζωγράφο, προσπάθησε να βάλει μόνο ότι είναι απολύτως απαραίτητο στις ιστορίες.
Ο αναγνώστης αισθάνεται σαν να βρίσκεται ξαφνικά, αναπάντεχα, δίχως προειδοποίηση, στην μέση μιας σκηνής, ενός διαλόγου, και πρέπει να καταλάβει τι είναι εκεί, που είναι εκεί, σιγά σιγά, μόνος ο ίδιος. Χωρίς καθοδήγηση, χωρίς περιττές αναφορές, χωρίς χειραγώγηση (φανερή τουλάχιστον) από τον συγγραφέα. Να σημειώσουμε εδώ πως εδώ και αρκετές δεκαετίες όταν οι μελετητές της λογοτεχνίας αναφέρονται στο στιλ του Hemingway, μιλάνε για το στιλ της συγκεκριμένης συλλογής - όχι για το ύφος που είχε στα πολύ γνωστότερα μυθιστορήματά του.
Η συλλογή Στην Εποχή μας επηρέασε καθοριστικά τις επόμενες γενιές συγγραφέων, δημοσιογράφων, αλλά και καλλιτεχνών. Πολλοί προσπάθησαν να την μιμηθούν, αλλά... Η συλλογή κειμένων Μια κινητή εορτή εκτός από την αυτόνομη αξία της, αξίζει να διαβαστεί μαζί, μιας και αποτελεί μια συλλογή αυτοβιογραφικών κειμένων από τα χρόνια στο Παρίσι που ο Ernest έγραφε τα κείμενα του Στην Εποχή μας.
Βαγγέλης Προβιάς, Νοέμβριος 2021
Κατά κάποιον τρόπο, παραμένει μια αγαπημένη εμμονή της ανθρωπότητας, και όχι μόνο της πατρίδας του, των Η.Π.Α. Ανήκει στους τρεις τέσσερις συγγραφείς που το όνομά τους ξεπηδά στο μυαλό μας όταν ακούμε την λέξη «συγγραφέας», ταυτόχρονα όμως δέχτηκε και πολύ αρνητικές κριτικές, που θα μπορούσαν να απειλήσουν την διαχρονικότητά του. Είχε ουσιαστική και καθοριστική επιρροή στην μετέπειτα εξέλιξη της λογοτεχνίας (μάλιστα αυτή ήταν η βασική αιτιολόγηση της βράβευσης του με Nobel), ταυτόχρονα υπήρξε και από τις πρώτες, αν όχι η πρώτη μεγάλη συγγραφική διασημότητα, με την πιο τρέχουσα, ποπ, έννοια: τα διαζύγιά του, η νοητική και ψυχική του κατάσταση, οι καυγάδες του, τα σπίτια του, απασχολούσαν και συνεχίζουν να απασχολούν το κοινό. Είναι αποδεδειγμένα ρηξικέλευθος, και λογοτεχνικά αλλά και συγγραφικά, από την άλλη χρωστά πολλά σε προγενέστερους αφηγητές που δεν αναγνωρίστηκαν εξίσου αν και εφάρμοσαν πρώτοι ορισμένες από τις καινοτομίες που έχουμε συνδέσει με το όνομά του.
Αυτή του η ισορροπία δια των αντιθέτων είναι που τον κάνει και βαθύτατα Αμερικανό. Πότης, γλεντζές, διαταραγμένος, ελλαττωματικός, αλλά και αφοσιωμένος, εργατικός, παθιασμένος. Μεγαλόπνοος αλλά και μίζερος, καυγατζής. Πραγματικός λογοτέχνης αλλά και pop διασημότητα. Βαθιά Αμερικανός αλλά και αυθεντικός κοσμοπολίτης. Ακραία φιλόδοξος και καλός έμπορος της δουλειάς του, αλλά και πολύ τίμιος – είχε βάλει από μικρός στόχο να γίνει ένας από τους μεγαλύτερους συγγραφείς όλων των εποχών, και στρώθηκε στην δουλειά, αφιέρωσε τον χρόνο και την ενέργεια και το πάθος ώστε να το καταφέρει. Διαφήμιζε ουίσκι, ήταν μισογύνης και ρατσιστής κατά πολλούς, κυνηγούσε και σκότωνε ζώα, αλλά είχε και μια σπάνια ευαισθησία στην καταγραφή του ψυχικού τοπίου του ανθρώπου στον εικοστό αιώνα… όπως πολύ εύστοχα παρατήρησε ένας σύγχρονος δημοσιογράφος, πραγματικά πρόκειται για τον Ιανό της Αμερικανικής λογοτεχνίας.
Φυσικά, για την φήμη και την επιτυχία του, υπήρχαν οι κατάλληλες συνθήκες και περιστάσεις, που τον ευνόησαν να αποκτήσει αυτήν τη θέση στο λογοτεχνικό στερέωμα - δίχως αυτό να μειώνει το επίτευγμα του. Γεννήθηκε σε μια εποχή που οι συγγραφείς ήταν ακόμη «λαϊκά είδωλα», που τα βιβλία ήταν η μοναδική σχεδόν διασκέδαση – αργότερα ήρθε το ραδιόφωνο, ο κινηματογράφος, και τελικά η τηλεόραση. Η γραφή δεν ήταν μια από τις πολλές διαφορετικές επιλογές ψυχαγωγίας στην διάθεση του κοινού, που είχε αρχίσει να έχει ελεύθερο χρόνο - ήταν η βασική. Έτσι συγγραφείς γίνονταν πολυεκατομμυριούχοι από τα βιβλία τους, η ζωή τους ενδιέφερε πολύ το κοινό, ήταν κανονικές διασημότητες. Αυτό επισημαίνουμε εκτός από ενδιαφέρον πολιτισμικά, ήταν και λογοτεχνικά πολύ σημαντικό – σε αυτές τις συνθήκες, όταν κυκλοφορούσε το νέο του μυθιστόρημα ο Χέμινγουεϊ ή ο Τζακ Λόντον, προσέλκυε ακόμη περισσότερο και την προσοχή των κριτικών, των πανεπιστημιακών. Έτσι δημιουργείτο ένα σώμα μελέτης ενός έργου, που κατά κάποιο τρόπο ήταν ακόμη μια γέφυρα προς την ανάγνωση, λειτουργούσε ως μέσο διάδοσης και διαφήμισής του.
Ο Hemingway γεννήθηκε σε ένα προάστιο ευκατάστατων του Σικάγο στο τέλος του αιώνα, το 1899. Θα αναφερθούμε στην ζωή του όχι γραμμικά, αλλά μέσω κάποιων πολύ χαρακτηριστικών επεισοδίων, που δίνουν ισχυρές ενδείξεις τόσο για τον άνθρωπο, όσο και για τον συγγραφέα:
Πληροφορία πρώτη:
Μέχρι περίπου την ηλικία των πέντε, η μαμά Hemingway μεγάλωνε τον Ernest και την αδελφή του, που ήταν δυο χρόνια μεγαλύτερη, σαν δίδυμα. Τα έντυνε με τα ίδια ρούχα, τους είχε ολόιδιο κούρεμα, και έπαιζαν κατά περιόδους πότε με παιδικά σερβίτσια και πότε με όπλα - παιγνίδια. Θα μπορούσαμε να πούμε πως το μεγάλωμά του ήταν αρκετά «ρευστό», όσον αφορά το φύλο – κάτι βέβαια που δεν γίνεται να μην συσχετίσουμε με την εμμονή του να «βροντοφωνάζει» την αρρενωπότητά του, με όλους τους συνειδητούς και μη τρόπους: από την ενασχόλησή του με το κυνήγι, το ψάρεμα, το μποξ και τις ταυρομαχίες, μέχρι τους τέσσερίς του γάμους και την απόφασή του κάποια στιγμή να υιοθετήσει (ο ίδιος, για τον εαυτό του!) το παρατσούκλι “Papa Hemingway” με το οποίο υπέγραφε τα γράμματά του. Σήμερα έτσι τον αποκαλούν όσοι θέλουν να τον αμφισβητήσουν.
Δεύτερη πληροφορία:
Ο πατέρας Hemingway ήταν χειρουργός, εξαιρετικά ασταθής ψυχολογικά. Είχε φοβερή αγωνία πως κάτι θα πήγαινε λάθος, πριν από κάθε χειρουργείο του. Ήταν πολύ γοητευτικός άντρας. Τελικά, πραγματοποίησε τις απειλές του ότι θα αυτοκτονήσει, όταν ο Ernest ήταν 29 ετών. Η υποτιθέμενη αιτία της αυτοχειρίας ήταν ότι έπασχε από ζαχαρώδη διαβήτη και ότι είχε χάσει κάποια χρήματα σε κτηματομεσιτικές επενδύσεις.
Ο συγγραφέας στην αρχή φαίνεται πως τον κατηγορούσε για την δειλία του, αργότερα όμως άρχισε να ρίχνει τις ευθύνες στην μητέρα του, η οποία πρέπει να ήταν πολύ αποφασιστική και δυναμική γυναίκα. (Ο ίδιος την έχει αποκαλέσει σε κάποιο γράμμα American bitch).
O Ernest έλεγε πως ποτέ δεν θα μπορούσε να προκαλέσει τέτοιο τραύμα στους ανθρώπους του, στους αγαπημένους του, αλλά τελικά έτσι ακριβώς τελείωσε την ζωή του…. και δυστυχώς, ακόμη δύο αδέλφια του υπήρξαν αυτόχειρες. Μεταξύ αυτών και εκείνος που βρήκε ετοιμοθάνατο τον μπαμπά – σε ηλικία 13 ετών. Και βέβαια, αρκετά χρόνια μετά, το 1996 αυτοκτόνησε και η απόγονός του συγγραφέα, η εγγονή του Margot Hemingway.
Η μαμά, τραγουδίστρια όπερας, είναι εκείνη που τον έκανε καλλιτέχνη – εκτός από το γράψιμο ο Έρνεστ αγαπούσε και την μουσική, έπαιζε τσέλο. Ο μπαμπάς του μετέδωσε την αγάπη για την φύση, με έναν μεγάλο αστερίσκο: τι αγάπη είναι αυτή που εκδηλώνεται με το να θανατώνεις ζώα και ψάρια, αναρωτιούνται πολλοί. Επίσης του πέρασε ίσως και την για πολλούς εμφανέστατη και εξαιρετικά ενοχλητική φοβία που έμοιαζε να έχει προς τις γυναίκες. Υπάρχει μια ερμηνεία των διάσημων εκδρομών που έκαναν οι δυο τους στην ύπαιθρο, που λέει ότι βασικό κίνητρο ήταν να ξεφύγουν από την δεσποτική μαμά.
Τρίτη πληροφορία:
Τελειώνει το σχολείο και ξεκινά να δουλεύει ως μαθητευόμενος δημοσιογράφος, στην εφημερίδα Kansas City Star, όπου εργάστηκε από το 1917 μέχρι το 1918. Αργότερα θα πει ότι εκεί έμαθε του καλύτερους κανόνες για την συγγραφική δουλειά. Η εφημερίδα είχε ένα stylebook που έπρεπε να το διαβάζουν όλοι οι δημοσιογράφοι για να γράφουν παρόμοια και «καλά». Μερικοί από τους κανόνες αυτούς είναι:
- Σύντομες προτάσεις.
- Σύντομη πρώτη παράγραφο.
- Παραστατική γλώσσα με ενεργά ρήματα – απέφυγε την παθητική φωνή.
- Απέφυγε την αρνητική διατύπωση - προτίμησε την θετική.
- Ποτέ μην χρησιμοποιείς παλιά ιδιόλεκτο. Μόνο αν είναι σύγχρονη να την εντάσσεις στα γραπτά σου.
- Πρόσεχε τους χρόνους των ρημάτων, να είναι ίδιος σε όλο το κείμενό σου.
- Απόφυγε την χρήση επιθέτων, ειδικά των πολύ ισχυρών.
Ωστόσο, η πιο διάσημη συγγραφική συμβουλή του Ernest, είναι η περιβόητη αρχή του παγόβουνου. Προέκυψε σε μια απάντηση σε μια συνέντευξη που έδωσε το 1958 στο Paris Review: If it is any use to know it, I always try to write on the principle of the iceberg. There is seven-eighths of it underwater for every part that shows. Anything you know you can eliminated and it only strengthens your iceberg. It is the part that doesn’t show. If a writer omits something because he does not know it then there is a hole in the story….
Αυτή η συμβουλή είναι και σημαντικό κλειδί της απόλαυσης, αλλά και της ερμηνείας του κατά γενική ομολογία σημαντικότερου του έργου, των διηγημάτων. Για κάθε τι που λέει ένας ήρωάς του, υπάρχουν εφτά φορές πράγματα που δεν τα λέει. Επίσης, θα προτείναμε την θεωρία πως ίσως είναι και ένα πρίσμα για να δούμε την παράξενη ζωή του.
Και έτσι φτάνουμε στην κατά την άποψή μας καλύτερή του συμβουλή: Αφορά τους λεγόμενους χαρακτήρες στη μυθοπλασία, που είναι λάθος λέξη – διότι ο Ernest λέει: When writing a novel a writer should create living people; people not characters. A character is a caricature.
Τέταρτη πληροφορία:
Η σχέση με τον Σέργουντ Άντερσον. Όταν ο Χέμινγουεϊ επέστρεψε στις ΗΠΑ μετά από την Ιταλία (όπου υπηρέτησε ως τραυματιοφορέας και τραυματίστηκε και με βάση τις εμπειρίες του εκεί έγραψε το μυθιστόρημα Αποχαιρετισμός στα Όπλα), πήγε στο Σικάγο. Εκεί ο Anderson ήταν μέλος μιας παρέας συγγραφέων με όνομα the Chicago Renaissance. Ο Καταξιωμένος διάβασε τα κείμενα του Νέου, διαπίστωσε την δυναμική του, και τον συμβούλευσε να πάει στο Παρίσι, όπου ο ίδιος είχε πολλούς φίλους, και πίστευε πως θα μπορούσε να ζει με λίγα χρήματα και να εξασκείται στην τέχνη του. Μάλιστα, του έδωσε και συστατικές επιστολές για να γνωριστεί με τον Ezra Pound και την Gertrude Stein. Ο Χέμινγουεϊ ακολούθησε την συμβουλή, πήγε, μαζί με την πρώτη του γυναίκα, και μπήκε στα φιλολογικά σαλόνια της Stein. Εκεί γνωρίστηκε με τον Fitzgerald, και πολλούς ακόμα, οι οποίοι τον επηρέασαν βαθιά με τα σχόλια και τις παρατηρήσεις τους για τις ιστορίες που σιγά σιγά έγραφε και τους έδειχνε. Ταυτόχρονα δημοσιογραφούσε – κάλυψε την μικρασιατική καταστροφή και άλλα σημαντικά γεγονότα.
Το 1925 τελειώνει τον κύκλο διηγημάτων Στην εποχή μας. Ο Anderson του βρίσκει εκδότη. Στον εκδοτικό που θα κυκλοφορήσει το δικό του νέο μυθιστόρημα, το Dark Laughter (Μαύρο γέλιο) – κατά κάποιον τρόπο επέβαλε τον νεαρό, και μάλιστα το έκανε με πολλή προθυμία, πράγμα που ο Ernest το αναγνωρίζει. Επίσης, αναγνωρίζει και ότι έχει κάπως επηρεαστεί από το καλό βιβλίο του προστάτη του το Γουάινσμπεργκ Οχάιο. Το βιβλίο βγαίνει, όμως ο Ernest πολύ γρήγορα άρχισε να έχει πολλά παράπονα με τον εκδοτικό οίκο – έλεγε ότι έκαναν αναιμική προώθηση της συλλογής του. Και σε καμία περίπτωση δεν ήθελε να τους δώσει το εξαιρετικό μυθιστόρημα που έγραφε, με βάση τις εμπειρίες του στον Α Παγκόσμιο Πόλεμο, το οποίο θεωρούσε ότι άξιζε να προωθηθεί πολύ καλά.
Ο στενός του φίλος εκείνη την εποχή στο Παρίσι, ο F. S. Fitzgerald, ο οποίος έβγαζε τα βιβλία του σε μεγάλο, έγκυρο εκδοτικό, τον σπουδαίο Simon & Schuster, και είχε και έναν εξαιρετικό επιμελητή, του είπε ότι έπρεπε να το δώσει σε αυτούς. Υπήρχε όμως ένα συμβόλαιο στην μέση… οπότε ο Ernest, μαζί με τον Fitzgerald καταστρώνουν ένα σχέδιο: Να γράψει ένα μυθιστόρημα που για κάποιον λόγο να είναι αδύνατον να το εκδώσει ο εκδοτικός του, ώστε έτσι να μπορέσει να σπάσει το συμβόλαιο.
Πράγματι μέσα σε δέκα μέρες γράφει μια νουβέλα 28 χιλιάδων λέξεων, The Torrents of Spring, στο οποίο σατυρίζει ανελέητα τον μέντορά του αλλά και το μυθιστόρημα που υπήρξε αφορμή να κάνει την πρώτη του έκδοση. Φυσικά ο εκδοτικός οίκος αρνήθηκε να το εκδόσει, και έτσι, ο Hemingway ήταν ελεύθερος να πάει σε άλλο οίκο. Εξ ου και το 1926 κυκλοφορούν δύο βιβλία του, το σατυρικό - που τον απάλλαξε από την δέσμευση, και το Αποχαιρετισμός Στα Όπλα.
Η ειρωνεία είναι ότι αυτό το μυθιστόρημα του Anderson είναι και το μοναδικό που έγινε best seller. Παρά την κακή άποψη του Χέμινγουεϊ. Το περιστατικό δείχνει δύο χαρακτηριστικά του νεαρού Ernest. Ήταν αποφασισμένος να πετύχει, να κάνει το παν, να μην σταματήσει πουθενά– και ήταν δυστυχώς πολύ επιρρεπής στο να μην διστάζει να διαλύει τις σημαντικές του σχέσεις. Τι να έγινε μεταξύ εκείνου και του μέντορά του; Ίσως να ξέρουμε μόνο το ένα από τα οκτώ… Πάντως και με την Γερτρούδη Στάιν, που βάφτισε έναν γιο του, αλλά και με τον Fitzgerald, ήρθαν αργότερα σε ρήξη. Μάλιστα ένας βιογράφος του είπε ότι ο Έρνστ δεν μπορούσε να συγχωρέσει στον Σκοτ πόσο με τις παρεμβάσεις του βελτίωσε τον Αποχαιρετισμό στα Όπλα.
Όσο για τον Άντερσον, συνέχισε να ενθαρρύνει νέους συγγραφείς – μεταξύ αυτών βοήθησε καίρια έναν άλλο γίγαντα της Αμερικανικής Λογοτεχνίας, τον Φώκνερ.
Πέμπτη πληροφορία:
Πάμε λίγο πίσω, στο 1922, όπου ο Hemingway ζει με την σύζυγό του στο Παρίσι, εργάζεται ως δημοσιογράφος, και προσπαθεί να καταφέρει να βρει εκδότη για τα διηγήματά του.
Του αναθέτουν να καλύψει μια ειρηνευτική συνδιάσκεψη (στον απόηχο του Ά Παγκοσμίου Πολέμου) και φεύγει για την Λοζάνη. Επειδή θα έμενε κάμποσες μέρες καλεί την πρώτη του σύζυγο, την Χάντλεϊ, για να περάσουν μερικές μέρες, να κάνουν σκι.
Εκείνη αποφασίζει να του κάνει έκπληξη, να πάρει μαζί μια βαλίτσα με όλες τις ιστορίες που είχε γράψει και συνέχιζε να επεξεργάζεται εκείνος. Μάλιστα, βάζει μέσα όχι μόνο τα χειρόγραφα αλλά και τα δακτυλόγραφα, μαζί με τα αντίγραφά τους. Με λίγα λόγια, παίρνει όλο το έργο του.
Στον Σταθμό Λυών στο Παρίσι η Χάντλεϊ αφήνει για λίγα λεπτά την βαλίτσα από τα μάτια της και κάποιος την κλέβει. Δεν ξαναβρίσκεται ποτέ. Μόνο δύο διηγήματα σώθηκαν, ένα που είχε στείλει για δημοσίευση, και κάποιο που η Στέιν του είχε πει ότι δεν ήταν άξιο δημοσίευσης.
Του πήρε πολλούς μήνες να συνέλθει από το χτύπημα, αλλά, τα κατάφερε...
Ο Hemingway γράφει για αυτά στην συλλογή κειμένων του η Κινητή Γιορτή, στην ιστορία με τίτλο Η πείνα – μια καλή άσκηση πειθαρχίας.
Έκτη πληροφορία:
Ο Χέμινγουεϊ ξέφυγε αρκετές φορές από τον θάνατο. Η πρώτη είναι κατά τον Ά Παγκόσμιο Πόλεμο, όταν ως νοσηλευτής μια νάρκη του προκάλεσε σοβαρό τραυματισμό και στα δύο του πόδια.
Η άλλη ήταν το 1954, όταν έπεσε το αεροπλάνο στο οποίο επέβαινε μαζί με την γυναίκα του σε ένα ταξίδι στην Αφρική– την επόμενη μέρα, καθ’ οδόν προς τον πολιτισμό για να τους εξετάσει γιατρός, ξανά το αεροπλανάκι τους εξερράγη κατά την απογείωση. Ήταν πιο σοβαρός ο τραυματισμός του αυτή τη φορά. Υπάρχουν ισχυρές ενδείξεις πως οι δύο αυτοί τραυματισμοί επιδείνωσαν τις ψυχικές του διαταραχές. Και ίσως να οδήγησαν στην αυτοκτονία του τελικά, 7 χρόνια αργότερα. Πάντως σίγουρα ήταν η αιτία που δεν παραβρέθηκε στην βράβευσή του με το βραβείο Νόμπελ.
Η ομιλία του (που διαβάστηκε από τον Αμερικανό πρέσβη, στην τελετή απονομής) είναι πολύ ενδεικτική των αρχών του, της συγγραφικής του ταυτότητας αλλά και των συγκρούσεών του… αλλά πάντα όσον αφορά τον Hemingway έχουμε κατά νου ότι μιλάμε για έναν άνθρωπο που ήθελε να έχει απόλυτο έλεγχο της εικόνας του.
Things may not be immediately discernible in what a man writes, and in this sometimes he is fortunate; but eventually they are quite clear and by these and the degree of alchemy that he possesses he will endure or be forgotten.
Writing, at its best, is a lonely life. Organizations for writers palliate the writer’s loneliness but I doubt if they improve his writing. He grows in public stature as he sheds his loneliness and often his work deteriorates. For he does his work alone and if he is a good enough writer he must face eternity, or the lack of it, each day.
For a true writer each book should be a new beginning where he tries again for something that is beyond attainment. He should always try for something that has never been done or that others have tried and failed. Then sometimes, with great luck, he will succeed.
How simple the writing of literature would be if it were only necessary to write in another way what has been well written. It is because we have had such great writers in the past that a writer is driven far out past where he can go, out to where no one can help him.
I have spoken too long for a writer. A writer should write what he has to say and not speak it. Again I thank you.
Έβδομή πληροφορία:
Τα μυθιστορήματά του όσο περνά ο καιρός όλο και περισσότερο αμφισβητούνται. Λένε ότι… «τα θέματα του είναι άσχετα με όσα μας αφορούν σήμερα (ποιο σήμερα, όμως;) ότι είναι ο πιο χαρακτηριστικός συγγραφέας μιας κατηγορίας που σε μια πολυπολιτισμική εποχή ίσως και να μην έχει να μας πει πλέον κάτι – γιατί τα μέλη της, (νεκροί, λευκοί, άντρες), έχουν μιλήσει πάρα πολύ, ομολογουμένως, και ότι αυτή η αρρενωπότητα που κραυγάζει, στην πραγματικότητα κρύβει κάποιου είδους δειλία να αποδεχτεί πραγματικά τον εαυτό του».
Επίσης, υπάρχει μεγάλη επίκριση και της γλώσσας του, στα μυθιστορήματα. Θυμίζει λίγο τι γίνεται με τον Καζαντζάκη μας. Λένε ότι είναι πομπώδης, μελοδραματικός, ότι τα μυθιστορήματά του είναι προσποιητά και στημένα. Ακόμα και για το Γέρος και η Θάλασσα, λένε ότι το ύφος, αυτό το «βιβλικό», το πομπώδες, το πολύ φορτωμένο και μεγαλεπήβολο είναι εν πολλοίς ξεσηκωμένο από την τότε εξαιρετικά επιτυχημένη (και επίσης Νομπελίστρια, σήμερα όχι ιδιαίτερα αναγνωρισμένη) Περλ Μπακ.
Ωστόσο, αυτό δεν φαίνεται να μειώνει ούτε την εμμονή μαζί του, ούτε και την λογοτεχνική του αξία. Αντίθετα, ίσως να μας βοηθά να συγκεντρωθούμε στην πραγματική του συνεισφορά… υπάρχει μια ομοφωνία εδώ, σε σχέση με το που βρίσκεται αυτή – είναι στα διηγήματά του. Το λένε όλοι, πως είναι διαχρονικά, σπουδαία, απολαυστικά αλλά και προκλητικά, είτε είσαι αναγνώστης είτε είσαι συγγραφέας. Αυτά είναι που τον τοποθετούν δίπλα στον Τζόις, τον Κάφκα, τον Φώκνερ. Ταυτόχρονα όμως, διαβάζονται λιγότερο - επειδή έτσι είναι τα διηγήματα, λιγότερο εμπορικά. Αλλά, δεν ξεχνάμε, ο Hemingway χαρακτηριζόταν και συνεχίζει να χαρακτηρίζεται από παράξενες συγκρούσεις.
Λίγα λόγια - επισημάνσεις για την συλλογή Στην Εποχή μας.
Η πρώτη του συλλογή, το βιβλίο με το οποίο έκανε θριαμβευτική είσοδο, γράφτηκε μετά την απώλεια των ιστοριών που έγραφε μέχρι τότε.
Η εποχή του τίτλου, είναι τα χρόνια αμέσως πριν, κατά την διάρκεια και αμέσως μετά τον Α' Παγκόσμιο Πόλεμο. Βασικός χαρακτήρας του βιβλίου είναι ο Nick Adams - αφηγηματική σύμβαση είναι πως ακόμη και οι ιστορίες στις οποίες δεν έχει συμμετοχή και δεν είναι άμεσος μάρτυρας, τον αφορούν επειδή συμβαίνουν στην εποχή του.
Υπάρχουν δύο ειδών "κείμενα" στην συλλογή - τα δεκαπέντε κλασικά διηγήματα, κάποια από τα οποία αφορούν τον Nick, που εναλλάσσονται με δεκαέξι πολύ πολύ σύντομα, μέγεθος παραγράφου, βινιέτες θα τα λέγαμε, που περιγράφουν σκηνές και περιστατικά από τον μεγάλο πόλεμο και από σημαντικά σχετικά ιστορικά γεγονότα.
Τα κλασικά διηγήματα είναι ο ιδεαλισμός, η κανονική ζωή, οι αξίες της προσωπικής, οικογενειακής ζωής, αυτά με τα οποία μεγάλωναν άνθρωποι σαν τον Nick - οι βινιέτες είναι ο πόλεμος, η φρίκη του, η διάψευση του ιδεαλισμού, μια νέα ζωή, που δεν έχει ανθρώπινο μέγεθος... είναι η νέα τρομερή πραγματικότητα που έφερε ο μεγαλύτερος πόλεμος που γνώρισε ποτέ η Γη.
Ίσως η πιο σημαντική αντίθεση ανάμεσα στα διηγήματα και τις βινιέτες να είναι ότι οι δεύτερες είναι πολιτικές, δημόσιες, γεμάτες βία - ενώ τα πρώτα έχουν ως κόσμο το προσωπικό, το οικογενειακό, τις εντάσεις των διαπροσωπικών σχέσεων, στις οποίες η φύση και η αγνή αντρική φιλία αποτελούν αντίδοτο.
Πολύ χαρακτηριστικό των συγγραφικών προθέσεων είναι βέβαια το γεγονός πως οι βινιέτες ονομάζονται στο βιβλίο.... Κεφάλαια.
Το στιλ της γραφής είναι πολύ λιτό, οριακά δημοσιογραφικό - χαρακτηρίζεται από ακρίβεια, λακωνικότητα, έλλειψη λυρισμών και λογοτεχνικών τερτιπιών, ρεαλισμό. Όπως ο Σεζάν συνειδητά αφαιρούσε από τα έργα του γραμμές και χρώματα και άλλους δείκτες για να δει πόσο αφαιρετικός μπορούσε να είναι αλλά να δημιουργεί μια απεικόνιση, έτσι και ο Ernest, που θαύμαζε τον Γάλλο ζωγράφο, προσπάθησε να βάλει μόνο ότι είναι απολύτως απαραίτητο στις ιστορίες.
Ο αναγνώστης αισθάνεται σαν να βρίσκεται ξαφνικά, αναπάντεχα, δίχως προειδοποίηση, στην μέση μιας σκηνής, ενός διαλόγου, και πρέπει να καταλάβει τι είναι εκεί, που είναι εκεί, σιγά σιγά, μόνος ο ίδιος. Χωρίς καθοδήγηση, χωρίς περιττές αναφορές, χωρίς χειραγώγηση (φανερή τουλάχιστον) από τον συγγραφέα. Να σημειώσουμε εδώ πως εδώ και αρκετές δεκαετίες όταν οι μελετητές της λογοτεχνίας αναφέρονται στο στιλ του Hemingway, μιλάνε για το στιλ της συγκεκριμένης συλλογής - όχι για το ύφος που είχε στα πολύ γνωστότερα μυθιστορήματά του.
Η συλλογή Στην Εποχή μας επηρέασε καθοριστικά τις επόμενες γενιές συγγραφέων, δημοσιογράφων, αλλά και καλλιτεχνών. Πολλοί προσπάθησαν να την μιμηθούν, αλλά... Η συλλογή κειμένων Μια κινητή εορτή εκτός από την αυτόνομη αξία της, αξίζει να διαβαστεί μαζί, μιας και αποτελεί μια συλλογή αυτοβιογραφικών κειμένων από τα χρόνια στο Παρίσι που ο Ernest έγραφε τα κείμενα του Στην Εποχή μας.
Βαγγέλης Προβιάς, Νοέμβριος 2021
Links
Η πολύ λιτή (σε στιλ Hemingway) αιτιολόγηση της βράβευσής του με Nobel
Το "επίσημο" site του
Μια συμβατική βιογραφία του
Ο Ernest και η τέχνη
Η μυθιστορηματική ζωή του σε φωτογραφίες
Το "επίσημο" site του
Μια συμβατική βιογραφία του
Ο Ernest και η τέχνη
Η μυθιστορηματική ζωή του σε φωτογραφίες
Ένα βίντεο σχετικά με το καλύτερο, κατά γενική ομολογία ντοκιμαντέρ για τον Ernest: